Το «ζατρίκιον» και η αλήθεια

(από τις έρευνες του Παναγή Σκλαβούνου για το βιβλίο «Οι άγνωστες εποχές του ελληνικού σκακιού»)

Η λέξη «ζατρίκιον» πρωτοσυναντάται σε ελληνικά γραπτά κείμενα της ύστερης «βυζαντινής» Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, περί το 1000 μΧ.

Δεν έχει εντοπισθεί αρχαιοελληνικό ή ελληνιστικό ή πρώιμο ρωμαϊκό κείμενο ή επιγραφή που να περιέχει τη λέξη «ζατρίκιον». Στον αρχαίο ελληνικό χώρο δεν είναι γνωστό κάποιο παιχνίδι με άλλη ονομασία που να έχει τα χαρακτηριστικά του σκακιού. Στο σκάκι πρωτοπαρουσίαστηκαν οι διαφορετικές κινήσεις πεσσών και η αιχμαλώτιση συγκεκριμένου αντίπαλου πεσσού ως καθοριστικός σκοπός για τη νίκη. Είναι σημαντικό ότι ούτε οι Ρωμαίοι συγγραφείς δεν αναφέρουν παρόμοιο παιχνίδι καθόσον από Ρωμαίους θαυμαστές του αρχαιοελληνικού πολιτισμού αντλήθηκαν οι περισσότερες πληροφορίες για τα αρχαιοελληνικά παιχνίδια σε επίπεδες επιφάνειες. Τα ελληνικά κείμενα ίσως θεωρήθηκαν ήσσονος σημασίας, επειδή σχετιζόντουσαν με παιχνίδια, και δεν διασώθηκαν.

Στο αρχαιοελληνικό παιχνίδι «Πόλις» που πιθανολογήθηκε ως πρόγονος του σκακιού επειδή παιζόταν χωρίς ζάρια (και αναφέρεται στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και σε αρχαίους θεατρικούς συγγραφείς), όλοι οι πεσσοί είχαν ίδια κινητικότητα και μορφή, όπως και στα παλαιότερα παιχνίδια της αρχαίας Αιγύπτου και Μεσοποταμίας. Οι Ρωμαίοι της προβυζαντινής περιόδου έπαιζαν παρόμοιο παιχνίδι με το «Πόλις», που ονόμαζαν «latrunculi». Η ονομασία «ζατρίκιον» δεν εμφανίζεται παρά την βυζαντινή περίοδο.

Όσον αφορά στην περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τη μεταφορά στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού στην Ανατολή, είναι γνωστό ότι ο Αλέξανδρος, κι ας ήταν βασιλιάς, πολεμούσε έφιππος στην πρώτη γραμμή του στρατεύματός του. Όπως γράφει ο ιστορικός Αρριανός, στην πρώτη μάχη ελληνικού με ινδικό στρατό για τη διάβαση του ποταμού Υδάσπη μεταξύ του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Ινδού βασιλιά Πώρου, ο στρατός των Ελλήνων απαρτιζόταν μόνο από δύο τμήματα: πεζούς και ιππείς. Αντιθέτως, γράφει ο Αρριανός, ότι οι Ινδοί είχαν στρατό αποτελούμενο από τέσσερα τμήματα: πεζούς, ιππείς, ελέφαντες και άμαξες. Αυτό προϊδεάζει ότι τα τέσσερα είδη διαφορετικά κινουμένων πεσσών που περιέχει το σκάκι (πέρα από το βασιλιά και τη βασίλισσα) εφευρέθηκαν στην Ινδία, όπως θα γραφεί παρακάτω. Και εξομοίωναν μία πολεμική μάχη.

Η «βυζαντινή» περίοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αρχίζει με τη μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, τον εκχριστιανισμό των κατοίκων και τον εξελληνισμό της γλώσσας. Η Κωσταντινούπολη οικοδομήθηκε στη θέση της παλιάς ελληνικής αποικίας «Βυζάντιον». Η κατάληξη «-ιον» χρησιμοποιούταν περισσότερο ως υποκοριστικό στην αρχαιοελληνική γλώσσα και, ομοίως, φαίνεται να χρησιμοποιείται «μειωτικά» (με τη σημασία του: «ας το πούμε έτσι») για να προετοιμάσει την εισαγωγή μιας ξένης λέξης στο λεξιλόγιο της βυζαντινής περιόδου…

Ότι οι Βυζαντινοί εντυπωσιάζονταν από την διαφοροποίηση της κινησιακής δυνατότητας των πεσσών στο εξ Ανατολών παιχνίδι φαίνεται από επιστολή του βασιλιά Νικηφόρου Α' στον ΄Αραβα χαλίφη Χαρούν αρ-Ρασίντ το 800 μ.Χ., στην οποία παραλληλίζει την αξία του πιο ισχυρού πεσσού, που ήταν τότε η «άμαξα» (rook –σημερινός «πύργος») και την αξία του πιο αδύναμου, του σημερινού «πιονιού» (στρατιώτη) με την αξία Βυζαντινών και Περσών βασιλέων. Η επιστολή αναφέρεται από Άραβα ιστορικό και δεν περιλαμβάνει βυζαντινή ονομασία παιχνιδιού.

Το παλαιότερο γνωστό κείμενο, που συναντιέται η λέξη «ζατρίκιον», είναι το λεγόμενο «Ονειροκριτικόν του Αχμέτ» (γραμμένο κάπου στα μέσα του 9ου και τις αρχές του 11ου αιώνα), που, παρά τον εκχριστιανισμό των εξηγήσεων ονείρων που περιέχει, είναι αποδεδειγμένα αραβικής προέλευσης. Το κείμενο ήταν αρχικά γραμμένο για να εξηγήσει τα όνειρα του Άραβα χαλίφη Αλ Μαμούν (813-833), ενός από τους γιούς του χαλίφη Χαρούμ αρ Ρασίντ. Το «Ονειροκριτικόν» εξηγεί 304 θέματα ονείρων «των δεσποτών ημών και βασιλέων» (φράση με την οποία και κλείνει το έργο), μεταξύ των οποίων και το 241ο θέμα με τίτλο: «Εκ των Περσών και Αιγυπτίων περί ζατρικίου». Δεν υπάρχει παλαιότερη ελληνόγλωσση πηγή, που να αναφέρει το «ζατρίκιον»  ή  άλλη ονομασία για το παιχνίδι του σκακιού.

Ο Άγγλος Τhomas Hyde (περί το 1700) ανακάλυψε ότι η ηχητική μεταγραφή από το περσικό παιχνίδι «Chatrang» (ηχητικά: «Satrangj») σε «Ζατρίνκ» μπορεί να γίνει φθόγγο - φθόγγο. Και ότι η λέξη «Ζατρίκιον» προήλθε από τη μετάφραση «Ζατρίνκ» με προσθήκη της κατάληξης «-ιον» από λόγιους βυζαντινούς. Υπάρχει πιθανότητα η λέξη να προήλθε από τη μετάφραση του ίδιου του «Ονειροκριτικού του Αχμέτ» στα βυζαντινά ελληνικά! Υπάρχει παρόμοια ηχητική μεταφορά της ονομασίας του περσικού παιχνιδιού «Ζιρκάν» σε «τζιρκάνιον» (παίξιμο μπάλλας με μπαστούνια χόκεϋ μεταξύ εφίππων ομάδων).

Την ανατολική προέλευση του «ζατρικίου» επισφραγίζει η πριγκίπισσα Άννα Κομνηνή στο έργο της «Αλεξιάς» (περί το 1100, που ιστορούσε τη ζωή του βασιλιά πατέρα της Αλέξιου Κομνηνού), γράφοντας ότι ο πατέρας της έπαιζε με τους συγγενείς του «ζατρίκιον», «εκ της των Ασσυρίων τρυφής εξευρημένον» (12ο βιβλίο, παράγραφος 6.1).

Ήταν εξ αρχής το «Ζατρίνκ» περσικό παιχνίδι; Η επίσημη περσική ιστορία «Shahnameh» ή «Χρονικά των Σάχηδων», που γράφτηκε περί το 1000 μΧ, βεβαιώνει ότι παιχνίδι με αυτό το όνομα παρουσιάστηκε και δωρίσθηκε από ινδική αντιπροσωπεία στον βασιλιά της Περσίας Χοσρόη Α΄, που βασίλεψε ως το 579. Στην ιερή ινδική γλώσσα (σανσκριτική) βρίσκεται η ετυμολόγηση της αρχικής λέξης: «Σατούρ - άγκα», που σήμαινε «Τέσσερα- τμήματα», εννοώντας τα τέσσερα σώματα του ινδικού στρατού. Ο βασιλιάς και ο βεζίρης (ο οποίος αργοτερα στην Ευρώπη έγινε «βασίλισσα») δεν περιλαμβάνονταν στα σώματα του στρατού, αφού ήταν οι ηγέτες του.

Το 651 το περσικό κράτος καταλύθηκε από τους Άραβες, που «μπήκαν» κι αυτοί στο παιχνίδι. Aπό τις αραβικές κτήσεις στην Ισπανία και την Ιταλία διαδόθηκε κυρίως το παιχνίδι στην Ευρώπη.

Η αραβική λέξη «Σατράνζ», όπως λέγεται ως σήμερα το σκάκι στους ισλαμικούς λαούς, είναι παραφθορά της παλαιότερης περσικής «Ζατρίνκ». Στη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι απλοί Έλληνες ονόμαζαν το παιχνίδι «σατράντζι». Συναντάται κι αυτή η λέξη «ελληνικοποιημένη» από τους λόγιους Έλληνες ως «σατράντζιον» (Ισκεντέρης, 1817). Για το «Σατράνζ» επικράτησε απλοϊκή ετυμολόγησή ότι η πρώτη συλλαβή προερχόταν από τον τίτλο του «Σάχη» που είχαν οι Πέρσες βασιλείς.

Αιτία και αποτέλεσμα είναι ότι το παιχνίδι ονοματίστηκε σε ευρωπαϊκές γλώσσες με λέξεις που θυμίζουν τους … «Σάχηδες». Ο Κοραής, στα «Άτακτα» σημειώματά του, δεν ήταν ακριβής αφού έγραφε για τη λέξη «ζατρίκιον» ότι «παρεπλάσθη από το Περσικόν Σαχράτς (ήγουν βασιλικόν παίγνιον)». Η ιταλική λέξη «σκάκι» (=«Σάχηδες»), κομψότερη από την λόγια ελληνική «ζατρίκιον», ήρθε στην ελευθερωμένη Ελλάδα μέσω των Επτανησίων και των δυτικών επιρροών που είχαν δεχτεί. Τα Επτάνησα δεν γνώρισαν οθωμανική κατοχή.

Μετά την ίδρυση νεοελληνικού κράτους το 1830, είναι φανερή μια προσπάθεια να επιδιωχθεί αναγέννηση του αρχαιοελληνικού πνεύματος σε σύνδεση με τον ευρωπαϊκό νεοκλασσικισμό της εποχής. Η πολυποίκιλη πολιτιστική ταυτότητα των τότε Ελλήνων (με μεγάλες επιρροές από ανατολικούς λαούς) έπρεπε να αναμορφωθεί αν η χώρα ήθελε να επανέλθει στους κόλπους του ευρωπαϊκού πολιτισμού του οποίου θεωρούταν η κοιτίδα. Η τάση ενισχύθηκε από την αυξανόμενη τεχνολογική και πολιτικοστρατιωτική υπεροχή της δυτικής Ευρώπης και την έλευση του Όθωνα ως ανώτατου πολιτειακού παράγοντα της Ελλάδας ακολουθούμενου από επιστήμονες και στρατιωτικούς για να οργανώσουν το κράτος σε ευρωπαϊκά πρότυπα. Η απόρριψη της μετακλασσικής πορείας του Ελληνισμού φαίνεται ότι συμπεριλάμβανε και τη βυζαντινή περίοδο, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια «διαμόρφωσης του νεοελληνικού έθνους». Ίσως στο πλαίσιο προσπάθειας εξαφάνισης της αραβοτουρκικής λέξης «σατράντζι», που επικρατούσε στο λαό για το σκάκι, προωθήθηκε η λέξη «ζατρίκιον» στο τέλος του 19ου αιώνα στην ελληνική πρωτεύουσα. Αλλά και το «σατράντζι» και το «ζατρίκιον» από την ίδια περσική λέξη προέρχονταν…

Στα περιοδικά «Εστία Εικονογραφημένη» και «Αττικόν Μουσείον» υπήρξαν ήδη από το 1890 στήλες με σκακιστικά προβλήματα. Η στήλη στην «Εστία Εικονογραφημένη» τιτλοφορούταν «Σκάκι». Την επιμελήθηκε ο Γεώργιος Νάζος, κατοπινός διευθυντής του Ωδείου Αθηνών, που τον είχε μυήσει στο «σκάκι» ο Κερκυραίος Λορέντζος Μαβίλης κατά τη διάρκεια των σπουδών τους στη Γερμανία. Ο Μαβίλης, παρότι αποφοίτησε διδάκτορας βυζαντινής γραμματολογίας χρησιμοποιούσε πάντα την ιταλική λέξη «σκάκι» επειδή έτσι ονόμαζε το παιχνίδι ο λαός στην πατρίδα του Κέρκυρα.

Το διάγραμμα είναι το πρώτο πρόβλημα του Γεώργιου Νάζου στην «Εστία Εικονογραφημένη». Δημοσιεύτηκε στις 7/1/1890 και θυμίζει σχήμα χριστουγεννιάτικου δέντρου. Παίζουν τα λευκά και κάνουν ματ σε 2 κινήσεις.

ΛΥΣΗ: Η βασίλισσα στην κορυφή του δέντρου.

 

Σε τί οφείλεται η έκφραση «αρχαιοελληνικόν ζατρίκιον»;

Οφείλεται στο διαδίκτυο. Όταν ψάχνουμε για τη λέξη «ζατρίκιον» στο διαδίκτυο, παρουσιάζονται σε πολλές ιστοσελίδες (μάλλον εξ αντιγραφής) παραπλήσια κείμενα με κολλητές τις λέξεις: «αρχαιοελληνικόν ζατρίκιον». Στα κείμενα αυτά καταλαβαίνει κάποιος ότι με την έκφραση «αρχαιοελληνικόν ζατρίκιον» οι συγγραφείς του κειμένου εννοούν μια μεγάλη πλάκα από ελεφαντόδοντο και πέτρα χρώματος μπλε, διαστάσεων 104Χ61 εκατοστών με επικαλύψεις άλλων υλικών και σχεδίων, που συναρμολόγησε ο Άγγλος αρχαιολόγος Έβανς από τα ευρήματα των ανασκαφών του παλατιού της Κνωσσού το 1901. Διαφαίνεται προσπάθεια ο αναγνώστης του διαδικτύου να συμπεράνει ότι η μη εντοπιζόμενη σε αρχαιοελληνικά κείμενα λέξη «ζατρίκιον» ήταν ευρείας χρήσης στην αρχαία Ελλάδα.

Πώς "τεκμηριώθηκε" αυτή η ονομασία; Μήπως ο Έβανς είχε διαβάσει ή αποκρυπτογραφήσει τη λέξη "ζατρίκιον" στις γραμμικές γραφές που βρήκε στην Κρήτη; Όχι, γιατί αυτές κρατούσαν καλά τα μυστικά τους. Ο ίδιος έγραψε στα επιστημονικά του άρθρα ότι πιθανό η πλάκα να χρησίμευε για πρόβλεψη του μέλλοντος, όπως πλάκες παιχνιδιών που βρέθηκαν σε αρχαίους αιγυπτιακούς τάφους και στην περιοχή της αρχαιοελληνικής αποικίας «Σαλαμίνας» στη Βόρεια Κύπρο. Στα επιστημονικά του άρθρα δεν χρησιμοποιούσε τη λέξη «ζατρίκιον». Ονομάζει συχνότερα το εύρημά του: «Gaming Board» ή «Draught-board». Η αναφορά σε επιφάνεια παιχνιδιού «ντάμας» (Draughts) ίσως, μάλιστα, οφείλεται σε άλλα πέντε μικρά ευρήματα που θεωρήθηκαν πεσσοί παιχνιδιού. Στη «ντάμα» οι πεσσοί κινούνται ομοιόμορφα.

Η Κρήτη της περιόδου 1898 – 1908, όμως, που είχε πρόσφατα αποσυνδεθεί από τους Οθωμανούς και αποτελούσε την ανεξάρτητη «Κρητική Πολιτεία», επιδοτούσε και ανέμενε από τις ανασκαφές να συνδεθεί ο πολιτισμός της με τον αρχαιοελληνικό. Στο πρώτο ελληνικό βιβλίο για σκάκι «Εγχειρίδιον ζατρικίου: ερανισθέν εκ πάντων των αρίστων - υπό Λεόντος Ολιβιέ», 1894 (hellanicus.lib.aegean.gr/handle/11610/16633), η λέξη «ζατρίκιον» προσδιοριζόταν ως βυζαντινή ελληνική (όχι αρχαιοελληνική). Δεν το ήξεραν, όμως, αυτό άλλοι εκτός των «αρίστων» στους οποίους το βιβλίο απευθυνόταν.

Η συσχέτιση της πλάκας αυτής με το «ζατρίκιον» οφείλεται στα λεγόμενα του Έβανς, όταν επέστρεψε από την Οξφόρδη στην Ελλάδα για τις ανασκαφές της επόμενης χρονιάς, και κατονόμασε στον Τύπο το εύρημά του ως « εν ζατρίκιον». Διαβάζουμε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Νέον Άστυ» (23/1/1902): «…Και εύρομεν διάφορα αντικείμενα, αγγεία, των οποίων πολλά έχουν τέχνην αξιοθαύμαστον, και ανάγλυφα και αντικείμενα διάφορα, τα οποία όλα μας δεικνύουν ένα πολιτισμόν ιδιαιτέρως ανεπτυγμένον. Φαντάζεσθε αίφνης, ότι δυόμισυ χιλιάδας έτη προ Χριστού οι υπήκοοι του Μίνωος έπαιζον ζατρίκιον! Μάλιστα. Εύρομεν εν ζατρίκιον θαυμαστής τέχνης με επικολλήσεις αργύρου, του οποίου θα σας επιδείξω την εικόνα και το οποίον δεν είνε δυνατόν παρά να εχρησίμευεν ως παιγνίδιον. Εκ του ζατρικίου τούτου, εκ των όλως τελείων διακόσμων των γυναικών, εκ των αμφιέσεων, αι οποίαι φαίνονται εξελθούσαι από την κομψοτέραν μοδίσταν των Παρισίων, δύναται κανείς να είπη, ότι οι Κρήτες δεν εστερούντο ποιάς τινος λεπτότητος εις τον πολιτισμόν των…»

Ο Έβανς χρησιμοποίησε μια οικεία του λέξη διότι οι Έλληνες αρχαιολόγοι ονόμαζαν «ζατρίκιον» τα μοτίβα εναλλασσσόμενων ασπρόμαυρων τετραγώνων σε ανασκαφές (είτε αφορούσαν αγγεία ή αρχιτεκτονήματα), μεταφράζοντας αλλοδαπούς συναδέλφους τους («chessboard pattern»). Επίσης, ο Έβανς, επi χρόνια ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» σε ανατολικές περιοχές, ήξερε ότι οι Νεοέλληνες και Νεοελληνίδες είχαν αρχίσει να συνδέουν συνειρμικά τους «έξυπνους» και «πολιτισμένους» ανθρώπους με …το παιχνίδι «ζατρίκιον» και την «υψηλή ραπτική». Μέσω συνειρμών θα προσδιδόταν ενότητα στον πολιτισμό των «άριστων» αρχαίων Ελλήνων (ίσως και των «έξυπνων» Νεοελλήνων) με τον πολιτισμό της Κρήτης.

Η λαθεμένη πληροφόρηση ότι το σκάκι ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα (όπου ούτε παιχνίδι με διαφοροποιημένες μεταξύ τους κινήσεις των πεσσών ούτε παιχνίδι με σκοπό την αιχμαλώτιση συγκεκριμένου πεσσού έχει βρεθεί), ώθησε κάποιους ερευνητές να πιθανολογήσουν αρχαιoελληνικές ετυμολογίες της λέξης «ζατρίκιον», όπως αυτή στο λεξικό του Ολλανδού Schrevelius (1664): ζα (αυξηντικό μόριο) + τρέω (τρέμω) και πρόσφατη του Γ. Ζώρζου στο διαδίκτυο: ζα + τριάσσω (κατανικώ, που λεγόταν όταν ένας παλαιστής ακουμπούσε τρεις φορές την πλάτη του αντιπάλου στο δάπεδο).

Ήταν όμως το βυζαντινό «ζατρίκιον» το ίδιο με το δυτικό «σκάκι»;  

Ναι, τη βυζαντινή εποχή οι κινήσεις των πεσσσών ήταν ίδιες σε Ανατολή και Δύση. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, δόθηκε στο παιχνίδι που είχε φθάσει στην Ισπανία μέσω της αραβικής κατάκτησης η μεγαλύτερη κινησιακή δυνατότητα σε δύο από τα είδη των πεσσών του παιχνιδιού (στη βασίλισσα, η οποία αντικατέστησε τον παλιό βεζίρη, και στους επισκόπους - «αξιωματικούς», οι οποίοι αντικατέστησαν τους άγνωστους στην Ευρώπη ελέφαντες). Στα πιόνια (πεζούς) δόθηκε η δυνατότητα για διπλή πρώτη κίνηση. Ο βασιλιάς, οι ίπποι και οι πύργοι (οι παλιές άμαξες) παρέμειναν να κινούνται με τους παλιούς κανόνες.

Πριν ακόμα αλωθεί η πρωτεύουσα του κράτους του «παλαιών Ρωμαίων» Κωνσταντινούπολη, ήδη το «ζατρίκιον», που στα βυζαντινά κείμενα 800-1100 μ.Χ . συνδεόταν άμεσα με την αραβική του προέλευση, αρχίζει να συνδέεται με τη δυτική ονομασία «σκάκι», αναγνωρίσιμη στον ελληνικό χώρο από το πέρασμα των δυτικών ιπποτών και τη φραγκοκρατία.   Ο ιστορικός Μιχαήλ Δούκας, στο γνωστό ως  «Βυζαντινοτουρκική Ιστορία» έργο του (1462), κάνει σαφές στο κεφ. XVI, παρ. 9 -10, ότι οι τρεις ονομασίες που αναφέρει (η ανατολική, η βυζαντινή και η λατινική), αφορούν στο ίδιο παιχνίδι. Πρόκειται για το χωρίο, όπου ο Μογγόλος Τεμήρ ή Ταμερλάνος ετοιμάζεται να υποδεχτεί δέσμιο τον Οθωμανό Βαγιαζήτ μετά τη μάχη της Αγκύρας το 1402: «Ο δ΄αυτός (Τεμήρ) ενωτισθείς , οτι Παγιαζήτ εν χερσίν ήν, κελεύσας πήξαι σκηνήν, εκάθητο μετά του υιού αυτού ένδον της σκηνής παίζων ζατρίκιον, ό οι Πέρσαι σαντράτζ καλούσιν, οι δε Λατίνοι σκάκον....». Ο σκάκος  (scacco), στην ιταλική γλώσσα,  ετυμολογείται από το «σάχης» = βασιλιάς της Περσίας και είναι ο ενικός αριθμός της λέξης σκάκι (scacchi), όπως λέγεται το παιχνίδι στην ιταλική γλώσσα σήμερα. Πήραν οι Επτανήσιοι Έλληνες την λέξη από τους απογόνους των Λατίνων και, μέσω των Επτανησίων, που πρώτοι από τους Νεοέλληνες εξάσκησαν το παιχνίδι συστηματικά, ήρθε στην Ελλάδα η λέξη. Παρότι και η λέξη σκάκι είναι περσικής προέλευσης (από τον «Σάχη»…) επικράτησε αποφεύγοντας την αρχαιοελληνική κατάληξη –ιον (όπως γράφει ο γλωσσολόγος Μανώλης Τριανταφυλλίδης).

Επειδή το σκάκι των Ινδών-Περσών-Βυζαντινών διαφέρει από το σημερινό κυρίως στην επαύξηση των κινησιακών δυνατοτήτων των πεσσών «βεζίρη» και «ελέφαντα», που μετασχηματίστηκαν το 1475, στην Ισπανία, σε «βασίλισσα» και «επίσκοπο», τυχαίνει κάποια παλιά προβλήματα να μη χρησιμοποιούν αυτούς τους πεσσούς και να ισχύουν και για την εποχή του βυζαντινού «ζατρικίου»! Το πρόβλημα του διαγράμματος δείχνει πόσο είχαν αναπτυχθεί τα σκακιστικά προβλήματα ακόμα και στην εποχή των σταυροφοριών… Προέρχεται (με κάποια τροποποίηση) από την αρχαιότερη ευρωπαϊκή συλλογή σκακιστικών προβλημάτων «Bonus Socius» (1275) και είναι το αρχαιότερο με ορισμό: «Παίζουν τα λευκά και εξαναγκάζουν τα μαύρα να τους κάνουν ματ». Τα σκακιστικά προβλήματα αυτού του τύπου ονομάζονται σήμερα «selfmate» («αντίστροφα προβλήματα»). Βλέπετε τον τρόπο να εξαναγκαστεί ο μαύρος βασιλιάς να φτάσει σε 12 κινήσεις στο ζ1 ώστε το μαύρο πιόνι να κάνει ματ στον λευκό βασιλιά στην επόμενη κίνηση «τρώγοντας» έναν λευκό πεσσό που θα θυσιαστεί στο η2;

ΛΥΣΗ: 1.Ιγ6 Ρβ6 2.Ια5 Ρβ5 3.Ιγ4 Ρβ4 4.Ια3 Ρβ3 5.Ιγ2 Ρβ2 6.Ια1 Ρβ1 7.Πγβ8+ Ργ1 8.Πα2 Ρδ19.Ιβ3+ Ρε1 10.Πζ8 Ρδ1 11.Πδ2+ Ρε1 12.Πε8+ Ρζ1 13.Πη2 θxη2#

«Σιγάν την αλήθειαν τούτ' αυτό εστίν θάπτειν χρυσόν»